Σελίδες


Πέμπτη 19 Φεβρουαρίου 2015

Ο επαναστάτης του ΠΑΟΚ

Γεννήθηκε στις 24 Ιουλίου 1982 στην Μπολιβάρ της Βενεζουέλας. Την πόλη που φέρει το όνομα του ηγέτη των πρώτων κινημάτων ανεξαρτησίας στη Λατινική Αμερική, Σιμόν Μπολιβάρ κι αποτέλεσε την πηγή έμπνευσης των σύγχρονων επαναστατών, Τσε Γκεβάρα και του Ούγκο Τσάβες.
Ο τελευταίος κάποια στιγμή αποτέλεσε πηγή έμπνευσης και για Ερνάντο «Χάρι» Γκόμεζ, ο οποίος ως αρχηγός της εθνικής ομάδας βόλεϊ της Βενεζουέλας (κι ένας από τους πλέον αναγνωρίσιμους αθλητές της χώρας) είχε το προνόμιο να βρεθεί σε αρκετά τετ α τετ μαζί του.
Η επανάσταση του Τσάβες βέβαια αποτελεί μια γλυκιά ανάμνηση που τείνει να εξελιχθεί σε εφιάλτη, ωστόσο ο ίδιος χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά από την πατρίδα του, είναι το πρωτοπαλίκαρο της βολεϊκής επανάστασης που έχει ξεκινήσει φέτος ο ΠΑΟΚ με τελευταία μεγάλη μάχη αυτή στο κλειστό του Ρέντη όπου ο δικέφαλος επικράτησε με 3-2. Ο διαγώνιος από την Βενεζουέλα κόντρα στην ομάδα που τον έφερε για πρώτη φορά στην Ευρώπη το μακρινό 2000 σκόραρε 38 πόντους κι ανάμεσα τους ήταν κι ο τελευταίος με μπλοκ πάνω στον Αντρέι Ντιάτσκοφ.
«Ηγέτης είναι ο Κουρνέτας»
Σαν άλλος Ούγκο Τσάβες οδηγεί τον δικέφαλο στην καλύτερη πορεία της ιστορίας του, όμως σεμνός και ταπεινός, όπως ακριβώς είναι από την πρώτη μέρα που πάτησε το πόδι του στην Θεσσαλονίκη, ευχαριστεί για την τιμή που του κάνουμε μ’ αυτή την σύγκριση και δίνει απλόχερα τον τίτλο του «οπλαρχηγού» σε άλλους…
«Είναι η πρώτη φορά που γίνεται μια τέτοια σύγκριση. Είναι η τιμή, αλλά δεν το βλέπω έτσι. Ηγέτης μας είναι ο Κουρνέτας! Αν ο Βασίλης δεν έπαιζε έτσι όπως παίζει δεν θα είχαμε φτάσει εδώ. Είναι φοβερός και του αξίζουν πολλά παράσημα. Όπως και στον προπονητής μας. Ο Καλμαζίδης πέρα από εξαιρετικός προπονητής, είναι φοβερός άνθρωπος και άξιος καθοδηγητής. Εγώ είμαι ένας απλώς στρατιώτης που του αρέσει όμως να μπαίνει πρώτος στη μάχη».
Αφού ξεκαθαρίσαμε λοιπόν ευθύς εξ αρχής τα αξιώματα, η συζήτηση μας πέρασε
στην μάχη αυτή καθ’ αυτή, καθώς για πολλούς το γεγονός ότι ο ΠΑΟΚ 6 αγωνιστικές πριν το τέλος της κανονικής περιόδου είναι ισόβαθμος με τον Ολυμπιακό συνιστά μια μεγάλη έκπληξη. Ακόμη και για τον ίδιο…
«Η αλήθεια είναι ότι δεν περίμενα να έχουμε τέτοιο ρεκόρ. Άλλο τι ήθελα και άλλο τι πίστευα. Όταν έμαθα την πρόταση του ΠΑΟΚ, πήρα την απόφαση να έρθω ξανά στην Ελλάδα γιατί με εξίταρε το συγκεκριμένο πρότζεκτ. Ο ΠΑΟΚ μπορεί να είναι ένας μεγάλος σύλλογος αλλά στο βόλεϊ δεν είχε κάποιο τίτλο κι αυτό μου θύμισε λίγο την εμπειρία που έζησαν στην Τουρκία με την Φενέρ. Εκεί πήγα το 2008 με την ομάδα να είναι τα προηγούμενα χρόνια στις μικρότερες κατηγορίες και πήραμε το πρωτάθλημα σε μια από τις καλύτερες στιγμές της καριέρας μου. Μακάρι να ζήσω κάτι ανάλογο κι εδώ με τον ΠΑΟΚ»
«Δεν είναι μονομαχία ΠΑΟΚ-Ολυμπιακού»
Το αποτέλεσμα του Κυριακάτικου ντέρμπι ναι μεν ήταν νικηφόρο για τον ΠΑΟΚ, ναι μεν έσπασε το αήττητο των ερυθρόλευκων, αλλά από βαθμολογικής πλευράς όχι μόνο δεν ξεκαθάρισε τα πράγματα αλλά τα έμπλεξε ακόμη περισσότερο καθώς όπως αναλύσαμε και χθες πλέον στην κορυφή της βαθμολογίας υπάρχει η απόλυτη ισορροπία (του τρόμου). Για τον ίδιο πάντως το πρωτάθλημα δεν είναι ακόμη μία μάχη ΠΑΟΚ – Ολυμπιακού.
«Δεν μπορεί να κάνεις ασφαλείς προβλέψεις. Η Σύρος έχει κάνει μεταγραφές και μπορεί να είναι στην τετράδα, ο Εθνικός κι η Κηφισιά είναι επίσης πού καλές ομάδες και ακόμη δεν έχει τελειώσει κάτι. Εμείς κι ο Ολυμπιακός είμαστε στην πρώτη θέση, παίζουμε καλά, αλλά πολλά μπορούν να συμβούν. Δεν ξέρω αν θα είμαστε στον τελικό γιατί στα λόγια είναι εύκολο».
Κι αυτό που τον συνοδεύει από την πρώτη στιγμή της καριέρας του είναι οι πράξεις. Γεννημένος στις 30 Ιουλίου 1982 ο Χάρι ήταν το τρίτο παιδί της οικογένειας η οποία στη συνέχεια μεγάλωσε αρκετά καθώς είναι 7 αδέρφια (πέντε αγόρια, δύο κορίτσια). Άθελα του, αυτός που τον έσπρωξε στο βόλεϊ ήταν ο μεγάλος του αδερφός Χοσέ, τον οποίο είδε να παίζει στο σχολείο και στα 11 του έμπλεξε με το φιλέ.
Ένα χρόνο αργότερα το ταλέντο του ξεχώρισε κι αναγκάστηκε να αποχωριστεί την φαμίλια του μετακομίζοντας στο Καράκας όντας πλέον στέλεχος της εθνικής ομάδας παίδων.
Στα 16 του άφησε την εθνική εφήβων και έγινε μέλος της εθνικής ανδρών και στα 17 του υπέγραψε το πρώτο του επαγγελματικό συμβόλαιο με την Ούλμπρα της Βραζιλίας.
Το καλοκαίρι του 2000 βρέθηκε στο Εσπίνιο της Πορτογαλίας για το Προοολυμπιακό τουρνουά κι εκεί ο ατζέντης του τον ενημέρωσε ότι τον θέλει ο Ολυμπιακός του περίφημου Ιταλού τεχνικού Ντανιέλε Ρίτσι. «Έχοντας φύγει από το σπίτι μου σε τόσο μικρή ηλικία έβλεπα από μικρός διαφορετικά τα πράγματα. Όταν ήρθε η πρόταση από τον Ολυμπιακό είπα μέσα μου γιατί όχι κι έτσι βρέθηκα στην πατρίδα σας και δεν το μετανιώνω». Κι όχι μόνο δεν το μετανιώνει, αλλά όπως λέει χαρακτηριστικά «τα χρόνια που έπαιξα σε Ολυμπιακό και Παναθηναϊκό (στις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας) ήταν φανταστικά αφού τότε το ελληνικό πρωτάθλημα ήταν από τα καλύτερα στην Ευρώπη και σε όλο τον κόσμο. Έπαιζαν σπουδαίοι αθλητές, το επίπεδο ήταν υψηλό και απολάμβανες το κάθε παιχνίδι».
Ο αυτοκράτορας της Ιαπωνίας
Στην Ελλάδα πήρε τίτλους, γεύτηκε χαρές, στην Τουρκία οδήγησε την Φενέρ στον πρώτο της τίτλο, αλλά στην Ιαπωνία έχει γράψει ιστορία με τα ρεκόρ που σημείωσε (και παραμένουν ακατάρριπτα).
«Στην Ιαπωνία πήγα πρώτη φορά το 2004 και μέσα σε πέντε μήνες είχα σε 28 αγώνες 711 πόντους. Έντεκα χρόνια αργότερα δεν έχει καταρριφθεί, ενώ μετά το 2008 όταν έπαιξα για άλλα τέσσερα χρόνια εκεί είχα τη μία χρονιά 695 πόντους και την άλλη 675 που είναι το 2ο και 3ο καλύτερο ρεκόρ».
Η οικογένεια το μεγαλύτερο τρόπαιο
Μέσα σ’ αυτά τα 15 χρόνια μεγάλων διακρίσεων σε ομαδικό και ατομικό επίπεδο, ίσως το μεγαλύτερο επίτευγμα του είναι η οικογένεια που έχει δημιουργήσει με την αγαπημένη του Άντζι, η οποία έπαιζε κι αυτή βόλεϊ (μάλιστα φέτος ξεκίνησε προπονήσεις με το Ανατόλια και την τελευταία στιγμή δεν ενεργοποιήθηκε το συμβόλαιο της). «Γνωριστήκαμε όταν ήμασταν μαζί στις Εθνικές ομάδες και γίναμε ζευγάρι πριν φύγω για την Βραζιλία. Μετά η Άντζι έφυγε στις ΗΠΑ για σπουδές, αλλά από το 2001, όταν έπαιζα στον Ολυμπιακό το πήραμε απόφαση και είμαστε μαζί και με ακολουθεί παντού».
Το 2006, όταν πλέον ήταν παίκτης του Παναθηναϊκού ήρθε στη ζωή τους η πρώτη κόρη τους την οποία βάφτισαν με το ελληνικότατο όνομα Σοφία και το 2011 προστέθηκε κι η Χάνα. «Στην αρχή όταν η Σοφία ήταν μικρή δεν είχαμε κάποιο πρόβλημα αφού της άρεσαν τα ταξίδια και το να γνωρίζει νέα μέρη. Κάτι που ισχύει τώρα με την Χάνα. Η Σοφία όμως πλέον έχει μεγαλώσει, της λείπουν οι φίλοι της και είναι λίγο πιο δύσκολο», εξηγεί ο πάτερα φαμίλιας κι όταν τον ρωτάμε πως είναι η ζωή στο σπίτι με τρεις γυναίκες παίρνει το σοβαρό του ύφος και πριν ξεσπάσει σε γέλια τονίζει: «Το να έχεις μόνο γυναίκες στο σπίτι είναι πολύ όμορφο γιατί παίρνει πολύ αγάπη. Υπάρχουν όμως στιγμές που θέλεις να δραπετεύσεις γιατί υπάρχουν τόσες πολλές ορμόνες μαζεμένες που δεν αντέχεις».
Η οικογένεια Γκόμεζ εδώ και δύο χρόνια μετέφερε τη βάση της από το Μπολιβάρ στο Μαϊάμι. Μια επιλογή που επισπεύστηκε μετά την διάρρηξη της οικείας τους στην Βενεζουέλα. «Πριν από δύο χρόνια μπήκαν στο σπίτι και κυριολεκτικά τα σήκωσαν όλα ακόμη και τα ρούχα μας. Ήμασταν τυχεροί γιατί λείπαμε, αλλά τότε αποφασίσαμε να φύγουμε. Κι η απόφαση πάρθηκε πέρα από λόγους ασφάλειας και για τα παιδιά αφού θέλουμε να τους δώσουμε καλύτερες συνθήκες εκπαίδευσης»
Το μυαλό στη Βενεζουέλα
Ο ίδιος έφυγε όμως η οικογένεια του έχει μείνει πίσω και το μυαλό του είναι συνεχώς εκεί. «Αυτά που βιώνει η πατρίδα μου είναι πρωτόγνωρα. Είναι σοκαριστικές οι εικόνες με χιλιάδες ανθρώπους να περιμένουν στην ουρά για να μπορέσουν να πάρουν τρόφιμα για το σπίτι. Η ασφάλεια είναι ανύπαρκτη, η εγκληματικότητα στα ύψη κι αυτό είναι το χειρότερο. Λατρεύω τη χώρα μου και νιώθω θλιμμένος γιατί αναγκάστηκα να φύγω».
Ο τρόπος με τον οποίο περιγράφει την κατάσταση είναι καθηλωτικός κι όταν του θυμίζουμε ότι η νέα πολιτική ηγεσία της Ελλάδας στο πρόσφατο παρελθόν αναφερόταν με θερμά λόγια στην Βενεζουέλα του Τσάβες αφού το σκέφτεται λίγο και τονίζει με νόημα: «Είναι δύσκολο να πω κάτι. Εκ του αποτελέσματα αποδεικνύεται ότι το όλο σύστημα δεν δούλεψε στην Βενεζουέλα, παρόλο που πριν από 5-6 είχαμε τα πάντα. Αυτό όμως δεν είναι μόνο ευθύνη των κυβερνώντων αλλά και της νοοτροπίας του κόσμου. Εγώ απλά ελπίζω σύντομα να αλλάξει η κατάσταση, να επανέλθει η ηρεμία και να επικρατήσει η λογική».