i | ||||||||
Την τελευταία της πνοή άφησε η γιαγιά των Μαρασίων. Η γυναίκα σύμβολο των Εβριτών έφυγε πλήρης ημερών αφήνοντας έργο ψυχής γιατους Έλληνες. |
Ένα μικρό αφιέρωμα για την κυρά Βασιλική (από Ινφογνώμονα)
Η Βασιλική Λαμπίδου – Φωτάκη γεννήθηκε το 1904 στο Μεγάλο Ζαλούφι της Ανατολικής Θράκης.
Από παιδί γνώρισε την ορφάνια και την πίκρα της προσφυγιάς, καθώς οι προστάτες – συγγενείς της μετακινήθηκαν κυνηγημένοι από τους Τούρκους στην Αδριανούπολη.
Με την ανταλλαγή των πληθυσμών εγκαταστάθηκε προσωρινά στο Ελληνοχώρι Διδυμότειχου και έπειτα στο Σάκο της Νέας Ορεστιάδας. Παντρεύτηκε δύο φορές και απέκτησε τέσσερα παιδιά. Και όταν έχασε τα τρία σε νεαρές ηλικίες, άρχισε να αντιμετωπίζει σαν δικά της παιδιά όλα τα Ελληνόπουλα και ιδιαίτερα τα στρατευμένα. Το 1962 εγκαταστάθηκε οριστικά στα Μαράσια. Το σπίτι της είναι το τελευταίο του οικισμού, δίπλα στο ακριτικό φυλάκιο.
Λίγα μέτρα χωρίζουν το φτωχόσπιτο από τα συρματοπλέγματα των συνόρων. Από την πολυθρόνα της η υπερήλικη γυναίκα κοιτάζει με ανυπομονησία προς το παράθυρο. Το σώμα της είναι105 χρόνων, στη δύση της ζωής, αλλά το βλέμμα της βγάζει σπίθες.
Σαν 20χρονο κορίτσι. Είναι πρωί και περιμένει τα «παιδιά» της, τους φαντάρους, που «φυλάνε Θερμοπύλες», να έρθουν να τη βοηθήσουν για να υψώσει την ελληνική σημαία στο φυλάκιο των Μαρασίων. Στο Δήμο Τριγώνου, στον βόρειο Έβρο. Είναι το καθήκον της, η δουλειά της. Αυτό που κάνει εδώ και 50 χρόνια. Της αρέσει να τη βλέπουν οι Τούρκοι στρατιώτες της άλλης πλευράς. «Για να φαίνεται η σημαία απέναντι, εκεί όπου γεννήθηκα», λέει η ίδια.
Συμβολίζει τη Μάνα. Όσοι έκαναν τη στρατιωτική θητεία τους στον Έβρο, οι σημερινοί σαραντάρηδες και πενηντάρηδες, τη θυμούνται με λατρεία και ευγνωμοσύνη. Στο σπίτι της έβρισκαν καταφύγιο. Τους μαγείρευε, τους έπλενε, τους συμβούλευε. Έβλεπε τα φανταράκια σαν δικά της παιδιά.
ΠΗΓΗ www.oldalexandroupoli.gr